Θεραπευτικό Κλείσιμο. Απόφαση κοινή, μονομερής ή αναγκαστική;
2 Αυγούστου, 2023 2023-10-05 12:58Θεραπευτικό Κλείσιμο. Απόφαση κοινή, μονομερής ή αναγκαστική;
The client is becoming whole. Contact with the self, with all its complexities and capacities, so long split and fragmented, is being re‐established. Feelings and thoughts and perceptions rush in, often with surprising intensity. And each of those long‐repressed, long‐hidden parts of self has a kind of fragility, like a flower bud freshly opened or a butterfly newly escaped from its hard co- coon. (Erskine et al., 1999, p. 172)
Το θεραπευτικό κλείσιμο (ending) αποτελεί μια διαδικασία με ποίκιλες προκλήσεις τόσο για τον θεραπευτή όσο και για τον θεραπευόμενο.
Το τέλος κάθε ανθρώπινης σχέσης είναι μια δύσκολη διαδικασία που πονάει και γεμίζει τους ανθρώπους με ανάμεικτα συναισθήματα. Οι άνθρωποι ενδεχομένωςνιώθουν άδειοι, μόνοι και ενίοτε εγκαταλελειμμένοι. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με το τέλος της θεραπευτικής σχέσης. Θεραπευόμενοι και θεραπευτές έρχονται αντιμέτωποι με τις προκλήσεις του αποχωρισμού, της απώλειας και της επακόλουθης θλίψης που επιφέρει η διακοπή αυτού του ιδιαίτερου δεσμού. Επιπλέον, οι προκλήσεις αυτές συχνά οδηγούν στην αποφυγή, την αντίσταση ή και την απομάκρυνση από την εμπειρία του θεραπευτικού κλεισίματος. Αν όμως (τόσο ο πελάτης όσο και ο θεραπευτής) μπορέσουν να εισέλθουν σε αυτόν τον χώρο και να τον «αγκαλιάσουν», τότε θα γίνουν πιο ανοιχτοίσε νέα ξεκινήματα καθώς και στο ενδεχόμενο της αλλαγής.
Το τέλος των συνεδριών μπορεί να αποτελεί μέρος μιας ρουτίνας ή ενός θεραπευτικού συμβολαίου που φαινομενικά δεν είναι προβληματικό σημείο στην δουλειά ενός θεραπευτή, ωστόσο μπορεί να είναι εξαιρετικά ισχυρό και οδυνηρό κομμάτι της θεραπείας, ιδιαίτερα όταν έχει προηγηθεί μακρόχρονη σχεσιακή δουλειά. Σε αυτές τις περιπτώσεις χρειάζεται λεπτός συγχρονισμός και πολυεπίπεδη διαπραγμάτευση. Ουσιαστικά, αυτό που χρειάζεται είναι μια αμοιβαία εμπειρία η οποία θα βασίζεται στην κοινή απόφαση θεραπευτή και θεραπευόμενου για θεραπευτικό κλείσιμο. Όμως, δεν είναι σπάνιες οι φορές που η απόφαση είναι μονομερής ή που κάποια γεγονότα οδηγούν σε αναγκαστικό και πρόωρο τερματισμό των συνεδριών.
Ξεκινώντας από την περίπτωση της αμοιβαίας απόφασης, αυτή συνήθως προκύπτει με τρόπο φυσικό όταν πελάτης και θεραπευτής συμφωνούν πως έχει φτάσει πλέον η ώρα για τον τερματισμό της θεραπείας. Πολύ συχνά το τέλος των συνεδριών καθορίζεται από κοινού στο θεραπευτικό συμβόλαιο. Στην συγκεκριμένη περίπτωση, από την πρώτη στιγμή η δουλειά που γίνεται στο θεραπευτικό δωμάτιο κατευθύνεται προς την συγκεκριμένη κατεύθυνση (αυτή του θεραπευτικού κλεισίματος). Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι η ημερομηνία της τελευταίας συνεδρίας είναι γνωστή, η διαδικασία του θεραπευτικού κλεισίματος και οι αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν αναφορικά με τον τρόπο που αυτό θα συμβεί είναι κάτι που τόσο οι θεραπευτές όσο και οι θεραπευόμενοι δεν πρέπει να αγνοούν. Στην περίπτωση δε, που η λήψη της απόφασης για το τέλος μιας μακρόχρονης θεραπείας δεν είναι προκαθορισμένη ο θεραπευτής πρέπει να βρίσκεται σε συνεχή επαγρύπνηση για τα ακανθώδη ζητήματα που μπορεί να προκύψουν. Συγκεκριμένα, μέλημα του είναι η διερεύνηση του πραγματικού κινήτρου που κρύβεται πίσω από αυτή την απόφαση.
Φυσικά υπάρχουν και κάποια γεγονότα που βρίσκονται πέρα από τον έλεγχο του θεραπευόμενου ή του θεραπευτή και συχνά οδηγούν σε πρόωρη και αναγκαστική διακοπή της θεραπείας (πχ. προβλήματα υγείας, οικονομικές δυσκολίες, μετακόμιση σε άλλο μέρος κ.α.). Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι αναγκαίο να αποφεύγεται ο ξαφνικός και απροσδόκητος τερματισμός των συνεδριών (όπου είναι δυνατόν), γιατί αυτό μπορεί να πυροδοτήσει παλιές τραυματικές εμπειρίες των θεραπευόμενων. Από την άλλη, είναι χρήσιμο να γίνεται μια συζήτηση σχετικά με το αν και πώς θα μπορούσε να συνεχιστεί η θεραπεία (πχ. με αλλαγή του θεραπευτικού συμβολαίου ή με χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης). Επιπλέον, αν ένας θεραπευτής αισθάνεται ότι δεν μπορεί να ασκήσει επαρκώς το επάγγελμά του για λόγους σωματικής ή ψυχικής υγείας, θα πρέπει να εξετάσει προσεκτικά το ενδεχόμενο παραπομπής καθώς και το αν αυτή η απόφαση θα είναι προς το συμφέρον του πελάτη.
Ένα τελευταίο και παράλληλα πολύ συχνό φαινόμενο που παρατηρείται σχετικά με το θεραπευτικό κλείσιμο είναι οι μονομερείς αποφάσεις των πελατών για τερματισμό της θεραπείας. Ο Murdin (2000) προτείνει τρεις συναισθηματικές καταστάσεις που συμβαίνουν σε αυτές τις περιπτώσεις ∙ ο πελάτης φεύγει είτε με άγχος, είτε με επιθετικότητα, είτε παραμένει σιωπηλός. Κάθε μια από αυτές τις καταστάσεις σηματοδοτεί και μια πιθανή αντίσταση (πάλη, φυγή και αποφυγή αντίστοιχα) που εξυπηρετούν σημαντικές προστατευτικές ψυχολογικές λειτουργίες του θεραπευόμενου. Σε κάθε περίπτωση αυτό που χρειάζεται να κάνει ένας θεραπευτής είναι να σέβεται την απόφαση του πελάτη του και παράλληλα να τον ενθαρρύνει να μιλήσει για τους λόγους που τον οδήγησαν σε αυτή την απόφαση. Έτσι, η διαδικασία του θεραπευτικού κλεισίματος δύναται να εξελιχθεί με τέτοιο τρόπο ώστε ο πελάτης να νιώθει ότι υποστηρίζεται αφήνοντας και μια πόρτα ανοιχτή για μελλοντική δουλειά όταν εκείνος νιώσει ξανά έτοιμος. Επιπλέον, όταν μιλάμε για προσωρινή διακοπή και όχι για οριστικό τέλος της θεραπείας, είναι ιδιαίτερα χρήσιμο ο θεραπευτής να μην παραμένει παθητικός αλλά να προκαλεί με κάποιο τρόπο την συμπεριφορά του πελάτη (πχ. με ένα μικρό μήνυμα υπενθύμισης).
Συνοψίζοντας, είναι εμφανές πως οι καλύτερες αποφάσεις για θεραπευτικό κλείσιμο είναι οι αμοιβαίες. Ωστόσο, η διακοπή της θεραπείας μπορεί να προκύψει και από καταστάσεις που το επιβάλουν ή από αποφάσεις που είναι μονομερείς. Σε κάθε περίπτωση, ένας θεραπευτής δεν πρέπει να ξεχνάει ότι μέρος του ρόλου του είναι να βοηθάει τους θεραπευόμενους να αντιμετωπίσουν τον πόνο του αποχαιρετισμού ως μέρος ενός νέου ξεκινήματος. Στην ουσία, το κλειδί είναι να αντιμετωπίσουν από κοινού την πραγματικότητα της μετάβασης καλωσορίζοντας τόσο τον πόνο του τέλους όσο και τον ενθουσιασμό των νέων εμπειριών.
Άννα Αναστασία Λαμπροπούλου, Τελειόφοιτη Τμήματος Ψυχολογίας ΕΚΠΑ
Απόδοση/ Επιμέλεια, από το βιβλίο της Linda Finlay “Relational Integrative Psychotherapy”